|
исповедующий другую веру; #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово исповедующий другую веру? — αλλοσεβής как с (ново)греческого переводится слово αλλοσεβής? — исповедующий другую веру — λεγεώνα — λόξυγγας — παραβάλλω — εθνικοσοσιαλισμός — φώναγμα — Εσπερία — μεταξοσκωληκοτρόφος — εμιγκρές — ζούπισμα — μπότι — ατακτοποίητος — εντομόφιλος — ενθύμηση — σκαπετίζω — Γεωργιανός — ξεκίνημα — σύστρεμμα — στυφίζω — επιδεξιότητα — κορνέττο — υποπελάγιος |
|||