Новогреческий словарь
φούντωμα
φούντωμα
II τό
вставка днища
(в бочку)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
вставка днища
? —
φούντωμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
φούντωμα
? — вставка днища
#
(ново)греческий словарь
—
βαρυφορτώνω
—
βαρυστομαχιά
—
γυμνισμός
—
πλαισιωτός
—
εναγώνιος
—
προσφιλής
—
εμποροκαπετάνιος
—
ομφαλικός
—
συνεργός
—
ατσίνουρος
—
χιλιμίντρισμα
—
βλαπτικότητα
—
ανθελονοσιακά
—
αναγνώστρα
—
ασύχηστος
—
παπιόν
—
διηπειρωτικός
—
επακόντιον
—
μπάκακας
—
ψήστης
—
γέλοιο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве