Новогреческий словарь
αναβροχιά
αναβροχιά
η
отсутствие дождей, засуха
;
στήν ~ καλό καί τό χαλάζι — посл. [phrase]при засухе и град хорош [/phrase] (ср. на безрыбье и рак рыба)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
отсутствие дождей
? —
αναβροχιά
как на
(ново)греческом
будет слово
засуха
? —
αναβροχιά
как с
(ново)греческого
переводится слово
αναβροχιά
? — отсутствие дождей, засуха
#
(ново)греческий словарь
—
μαντατούρα
—
ασημότητα
—
ηλικιώτης
—
παραμονή
—
δευτερόκλιτος
—
αφερματίζω
—
αλατωρυχείο
—
αμεριμνομέριμνος
—
ακρόδετος
—
αιμάτωση
—
αντιθρησκευτικός
—
ψιθυρίζεται
—
λουλακής
—
οινοχαρής
—
διαζώστρα
—
αντιβραχίωνας
—
χαμηλούτσικα
—
προμηνύω
—
κουροφέξαλα
—
ξηροβατικός
—
τιάρα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве