|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πολυτιμότητα? — — έμεση — δεκαφτά — ελεεινολογία — αρίθμητος — ράβδισμα — ρακί — υπεξαγωγή — ορόγαλα — ευθαλειούχος — ωοζωοτόκος — ψωμίζω — επιτελίς — ιόχρους — πολύγραφο — ουλτιμάτο — μουσοτραφής — παυσίλυπος — ημίμετρα — μπουλόνι — ψυχαλήθρα — ζωοπανήγυρη |
|||