|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ασχημούτσικος? — — ξαφνικό — δίχως — ανατρεπόμενος — διασώζω — υποβρυχίως — επανειλημμένως — διαπεραίνω — εξέταστρα — ηλιοφώτιστος — οξυϋδρικός — συγχέω — πομάδα — τρεχούμενος — μεσημερίαζομαι — νομισματοπώλης — αυτάρκης — κάρρο — τροχίσκος — επιλόχιος — αδιήθητος — αυτοστεγάζομαι |
|||