Новогреческий словарь
αχνοφέγγω
αχνοφέγγω
тускло светить
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
тускло светить
? —
αχνοφέγγω
как с
(ново)греческого
переводится слово
αχνοφέγγω
? — тускло светить
#
(ново)греческий словарь
—
συναγωνιστικός
—
δεψείο
—
κοροϊδιλίκι
—
συνεκέρασα
—
μόνε
—
απανθράκωση
—
σφαιροειδής
—
σαστίζω
—
καλωσύνη
—
εννιάμηνα
—
αίσια
—
καταβρόχθιση
—
μικρογράμματος
—
τοκετός
—
ακυτταρικός
—
ραμφοειδής
—
πιτσιρίκος
—
αμαλγαμωτικός
—
ανεύρυσμός
—
σύμπηκτος
—
συστηματικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве