|
το кошениль (краска) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кошениль? — κρεμέζι как с (ново)греческого переводится слово κρεμέζι? — кошениль — αυγουστιάτικο — συναγωνίζομαι — πενθερός — αγήτευτος — χλωράδα — επινοώ — ιερός — αληθοφορία — προσποιητός — καρφωτός — απειροστό — πυρετώδης — λιγουρεύω — κατακλυσμιαίος — συσπουδαστής — χωροδεσποτεία — λυγνός — ακόκκιστος — ξυλόστρωση — κοινωνιολογικός — πνευματόλυση |
|||