|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово απαντητικό? — — ωμορφονιά — άπτυστος — κούτσουρο — σουρομαδιέμαι — ψιμυθιώνω — αλλοτριόμορφος — θεήλατος — αυτοσιτία — ξεγάντζωμα — αποτραβηγμός — αιμοφορία — κνίδωση — μαρξιστικός — εμφύλιος — άτομο — σωλήνωση — αντίστοιχο — σκαφίδι — φασαρίας — αποθαρρεύομαι — κακομοιριασμένος |
|||