|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λασποτόπι? — — λουσάρω — ανεμοφλογισμένος — αρινός — φέρνω — ιμπρεσσιονισμός — ξεστούπωμα — λέπαδνον — παχούτσικος — καλαίσθητος — δρόγγος — κοινοπραξία — υαλοπωλείο — ελαιοφάγος — μακροκαταληκτώ — συμβιβαστικός — νευρεξαγωγή — δέκατος — ζωοβένθος — μαντζουράνα — Φράγκισσα — αμακάριστος |
|||