Новогреческий словарь
προφυλακιστέος
προφυλακιστέος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
προφυλακιστέος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
υπογράμμιση
—
ύδνο
—
λιθοειδής
—
κόσμησις
—
οικογενειακώς
—
ασκαπτος
—
καθησύχαση
—
τρεμοφέγγω
—
τετραξονικός
—
άχθος
—
δισάκκι
—
διάδηλος
—
ακράτητος
—
αναλυτηκός
—
ατίθασσος
—
κονσουμασιονίστ
—
πονεμένος
—
αθυρόστομος
—
απόζυμο
—
φώκη
—
τελεσιουργός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве