|
ясный, явный; очевидный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ясный? — καταφανής как на (ново)греческом будет слово явный? — καταφανής как на (ново)греческом будет слово очевидный? — καταφανής как с (ново)греческого переводится слово καταφανής? — ясный, явный, очевидный — υφαλοκρηπίδα — τουρκικά — συμφυρματικός — χειμωνικός — χαρτοπετσέτα — αμυσταγώγητος — εξαέρωση — επιμελούμαι — κωκταιλ — κατατρεγμός — ορντινάντσα — επιπολή — αποχρών — αρμονική — ανασκίρτηση — ούλτρα — ανάδευση — μεταμφιεσμένος — ωφελιμότητα — αψινθάτο — ασύφταγος |
|||