Новогреческий словарь
αστιγμόμετρο
αστιγμόμετρο
το
астигмометр
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
астигмометр
? —
αστιγμόμετρο
как с
(ново)греческого
переводится слово
αστιγμόμετρο
? — астигмометр
#
(ново)греческий словарь
—
καρδινάλιος
—
βελγικός
—
ξιφίδιο
—
αλληλοδιάδοχα
—
τρακατρούκα
—
υδατανθρακούχος
—
αρνίκη
—
μαλλινίζω
—
ανδρικός
—
Κοσσυφοπέδιο
—
ταντέλλα
—
φεμινίστρια
—
σκωληκοειδίτιδα
—
αγγειόσπερμα
—
αντίσωμα
—
ευκολοθύμητος
—
εξουσιάζω
—
αμπελάνθισμα
—
εκγυμνώνω
—
διαμονητήριος
—
ενυπογράφω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве