Новогреческий словарь
δεκαπλασιάζω
δεκαπλασιάζω
удесятерять
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
удесятерять
? —
δεκαπλασιάζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
δεκαπλασιάζω
? — удесятерять
#
(ново)греческий словарь
—
γυρογυριά
—
Ουγγαρίδα
—
διόρθωση
—
μίλτινος
—
σταυρόλεξο
—
πυκνοκατωκημένος
—
θειαφόφεγγος
—
ημείς
—
ντεφαιτιστής
—
πτέρινος
—
δεκατετραετία
—
μπάζωμα
—
αλάρμη
—
κοπαδιάρικος
—
μυξιάρικο
—
βουτυράς
—
ρινόκερος
—
χρεοφειλέτης
—
ανάπλους
—
αντιδιαδήλωση
—
ελεφαντιώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве