|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οργανογένεια? — — αέριος — δωρητήριο — αιμορροφιλικός — σφήνωμα — ξαραχνιάζω — προχθεσινός — κηρίον — ψυχοπλακώνω — οσιομάρτυρας — φανέστρα — ιδιάζω — δηλοποίηση — δαιμονικός — χύνομαι — βυζάχτρα — έγκριση — ροδάκινο — πιτζάμα — μυριο- — ενδύομαι — συνεκτικά |
|||