|
ο конокрад #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово конокрад? — αλογοσύρτης как с (ново)греческого переводится слово αλογοσύρτης? — конокрад — αετίσιος — μεσπιλέα — οξυκέρασος — ξαπλώνομαι — ποντάρω — καλαφάτισμα — αμάχητα — ανδηρον — κεραμωτός — πορθμείο — άτακτος — σιτοπαραγωγός — οικοδέσποινα — πλισές — ματθιόλη — δαντελλάς — διαδραματίζω — κοιλάς — συνέταιρος — κλητεύω — ανακάτευτος |
|||