Новогреческий словарь
ιστιούχος
ιστιούχος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ιστιούχος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ηλεκτρικός
—
κουμπαριάζω
—
αναυπήγητος
—
λαγαρός
—
μετρολογία
—
νεοφοβία
—
σεισμογενής
—
βρυσομάννα
—
σκοταδίστρια
—
ακουστικά
—
αποβλάκωση
—
μαλαγανεύω
—
νύ
—
χτές
—
παχύ
—
ωραιοποίηση
—
οντογένεια
—
καληνύχτισμα
—
ηγούμενος
—
εμπρόθετα
—
σκαμπό
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве