|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λοφοσειρά? — — ανελίσσω — αβράμηλο — ιδιόθερμος — αγαργάλιστος — αξόδιαστος — εκπνέω — υδροχρωματισμός — ευπρεπίζω — σέμνωμα — λυσσώδης — κάρρο — σαγήνευμα — ευπλαστικός — κάννουλα — τριηραρχώ — μπουφετζού — Εσκιμώοι — απόπεμψη — πεντάγλωσσος — δασμολογικός — υπερασπίζω |
|||