|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κατακυρίευση? — — ρυζόσουπα — ελεήμων — φασκιωμένος — αποσχίζομαι — κόπανος — χαριτόβρυτος — κλάκ — μαζώχτρα — νταλώνομαι — ανακατωσούρα — Ελβετία — ανθυπασπιστής — διακονεύω — ξομολόγηση — αθέσπιστος — δεκτός — ασφαλιστικό — κατουρλίλα — νανοεπιστήμη — διανοούμενος — περιάνθιο |
|||