Новогреческий словарь
πίκρισμα
πίκρισμα
το
горький вкус, горечь
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
горький вкус
? —
πίκρισμα
как на
(ново)греческом
будет слово
горечь
? —
πίκρισμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
πίκρισμα
? — горький вкус, горечь
#
(ново)греческий словарь
—
αντισηψία
—
βόϊσμα
—
επιληψία
—
τουρίστρια
—
καλογερικός
—
αβίγλιστος
—
φεμινίστρια
—
γλυφίδα
—
αδιαφανής
—
καπνοβιομήχανος
—
συνωμοσιολογικός
—
βισινύς
—
ακαταλληλότητα
—
εδέθην
—
αλίγδωτος
—
μακαρονάδικο
—
αμετασάλευτος
—
παραλογίζομαι
—
ανέβα
—
φιλάδικος
—
εύκοσμος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве