Новогреческий словарь
άτρομος
άτρομ|ος
бесстрашный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бесстрашный
? —
άτρομος
как с
(ново)греческого
переводится слово
άτρομος
? — бесстрашный
#
(ново)греческий словарь
—
είσαστε
—
κορυδόψιχα
—
αξερρίζωτος
—
ξάγναντο
—
αποκόβω
—
γονότυπος
—
εγκαινίαση
—
ακριβοθυγατέρα
—
αργένης
—
τσάκισμα
—
πασπάλισμα
—
κρείσσων
—
αφίεμαι
—
αλάτισμα
—
ακράκι
—
λεπτόγειος
—
ισοβιότητα
—
αλογομούρης
—
κύτταγμα
—
ψευτιά
—
λεχωνιά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве