Новогреческий словарь
λιμνογράφος
λιμνογράφ|ος
ο
лимниграф, мареограф
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
лимниграф
? —
λιμνογράφος
как на
(ново)греческом
будет слово
мареограф
? —
λιμνογράφος
как с
(ново)греческого
переводится слово
λιμνογράφος
? — лимниграф, мареограф
#
(ново)греческий словарь
—
δοκανίκι
—
κατασυγχύζω
—
ανδραγαθίζομαι
—
ριψοκινδυνεύω
—
ναυτόκομπος
—
αλληλοσπαραγμός
—
επικηρύσσω
—
τυροπιτάς
—
γιαλοπερίγιαλο
—
απρόθετος
—
γραμματεύω
—
δαφνοελιά
—
ανικανοποίητο
—
σκηνογραφικός
—
κοκκινοσκούφα
—
συνημμένα
—
οσμίζομαι
—
υπερασπιστικός
—
νανουριστός
—
Φεβρουάριος
—
τσιγκουνεύομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве