Новогреческий словарь
μελάνι
μελάνι
το
чернила
;
σινικό ~ — китайская тушь
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
чернила
? —
μελάνι
как с
(ново)греческого
переводится слово
μελάνι
? — чернила
#
(ново)греческий словарь
—
μούλκι
—
στραπατσάρισμα
—
ψήφιση
—
ανδράδελφη
—
παιδιακήσιος
—
χαϊδιάρικος
—
ζευλόλουρο
—
μούσκουλο
—
μικρομετρία
—
βρεσίμι
—
πεολειξία
—
συνομοταξία
—
ποικιλόπτερος
—
διέδυσα
—
νεφέλιο
—
κιρροειδής
—
χλοερός
—
βουβαμάρα
—
χαρακτήρας
—
γεμίδι
—
ατζαμίστικος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве