Новогреческий словарь
αρρωστημένος
αρρωστημένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αρρωστημένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
δυναμογράφος
—
αντιπαρατάσσομαι
—
θεριζοαλωνιστικός
—
πανσλαβισμός
—
οπλή
—
καβαλλάρισσα
—
συνέντευξη
—
δικαιωματικός
—
συναθλητής
—
αβρότητα
—
αγίαση
—
πεθαμένα
—
τροκάνι
—
απρόλογος
—
σημαιοστολισμός
—
υπόθερμος
—
φελλός
—
αντανακλαστικό
—
βλεφαριδωτός
—
Πειθώ
—
χριστιανομάχος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве