Новогреческий словарь
σπόρκα
σπόρκα
:
τά έφερε (или τού ήρθαν — или τά ήβρε) ~ ему пришлось туго
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
σπόρκα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αποινεί
—
εποπτικός
—
καταρτισμός
—
γιούσουρι
—
αξιολύπητος
—
αποβίβαση
—
αδούλωτος
—
Πορτογάλλος
—
ερυθροπάρειος
—
ασυντήρητος
—
φοβίζω
—
βαθύφωνος
—
τετράχρονος
—
ουζομεζές
—
γένωμα
—
χοιρίδιο
—
πηγαινοερχομός
—
σύσφιξη
—
δάσκαλος
—
φωτόμετρο
—
μεταμίσθωση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве