|
ο туризм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово туризм? — τουρισμός как с (ново)греческого переводится слово τουρισμός? — туризм — επισωρευτής — φρύνος — αχθοφορικός — δελτιώνω — φωτοσύνθεση — πρωτόβολτος — αργόσχολος — ενθρονιασμός — πολυχρόνιση — εξάμηνος — εξάεδρον — μνηστή — ιδιότροπος — εντροπία — σύστημα — αρμπακανέλλα — βεβαιώνω — καλτσοβιομηχανία — μεσημεριανός — ελαφρο- — καλοζυγιάζω |
|||