Новогреческий словарь
ευτηξία
ευτηξία
η (легко)
плавкость
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
плавкость
? —
ευτηξία
как с
(ново)греческого
переводится слово
ευτηξία
? — плавкость
#
(ново)греческий словарь
—
υσγινοβαφής
—
γερμανόφιλος
—
ελέφας
—
γονή
—
καλοκοιτώ
—
μεταπλαστός
—
παιδεραστικός
—
λοιδορία
—
αναπυρώνω
—
κίων
—
εκκαψυλλιώνω
—
εξώπλασμα
—
ψαριέρα
—
κεντρομόλος
—
δοξόσοφος
—
αστυΐατρος
—
μονοτύπης
—
κυνηγάρα
—
φωτοτσιγκογραφία
—
μετασεισμικός
—
καναδικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве