Новогреческий словарь
νάρκωμα
νάρκωμα
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
νάρκωμα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
γυναικοθηρία
—
διαστολή
—
μπήκα
—
περβάζι
—
κουφιοκεφαλάκισσα
—
αυτογνωστικός
—
κουφόβραση
—
μαστουρομένος
—
ξεζώνω
—
οδύρομαι
—
εξηνταρίζω
—
σιτάρκεια
—
θαμπίζω
—
παροικίζω
—
πολυανδρικός
—
καπατσοσύνη
—
ξεχερσώνω
—
αποψύχω
—
εξόφθαλμος
—
υπερθετικά
—
ανεπισκεύαστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
древнегреческий словарь
,
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве