Новогреческий словарь
γενναριάτικος
γενναριάτικ|ος
январский
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
январский
? —
γενναριάτικος
как с
(ново)греческого
переводится слово
γενναριάτικος
? — январский
#
(ново)греческий словарь
—
παραφυλάσσω
—
περβέρι
—
περιφρονητός
—
τροπαιούχος
—
ερρηξα
—
διαπαντός
—
δημιουργικότητα
—
ασχημάτιστος
—
αναιρέσιμος
—
άλιθος
—
τσέλιγγας
—
κυψέλη
—
κηποτεχνία
—
κυνικώς
—
λεπτομέρεια
—
διοριστός
—
ορχίτιδα
—
Κροατία
—
κιναιδισμός
—
φυσιατρική
—
ξαναπαντρεύω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве