Новогреческий словарь
βένετος
βένετ|ος
уст.
голубоватый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
голубоватый
? —
βένετος
как с
(ново)греческого
переводится слово
βένετος
? — голубоватый
#
(ново)греческий словарь
—
πασσαλόκτιστος
—
λεμοναδίτσα
—
γιατσάδα
—
νεσεσσαέρ
—
συνώθηση
—
αλάθεφτος
—
σκουντάω
—
ασημότητα
—
ξενιτεμένος
—
κρασόξιδο
—
Έλλην
—
σταυροθόλιο
—
υπερασπιστής
—
Τσικνοπέμπτη
—
ανθοδεσία
—
μιλλι-αμπέρ
—
αναγωγικός
—
συνημίτονο
—
αισχρολόγος
—
χάλκινος
—
εκτόρεοση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве