Новогреческий словарь
λέμφωμα
λέμφωμα
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
λέμφωμα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αλετροπόδα
—
ποτίζομαι
—
ζεσταίνω
—
υπερπλήρης
—
χρυσός
—
κατοβλητικός
—
πεσσιμισμός
—
αναδουλειά
—
αμπάλωτος
—
βλαστογένεσις
—
λεμονανθός
—
εξάφριση
—
γλύπτης
—
γαλάκτωμα
—
αυθαιρεσία
—
τρίς
—
στραβοκαταπίνω
—
αγκλίτσα
—
μεγαληγορώ
—
ελεμές
—
μεγαλειότατος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве