Новогреческий словарь
ομματοϋάλια
ομματοϋάλια
τα
очки
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
очки
? —
ομματοϋάλια
как с
(ново)греческого
переводится слово
ομματοϋάλια
? — очки
#
(ново)греческий словарь
—
κηπεύσιμος
—
αορτήρας
—
ριζόκαρπος
—
φανταιζί
—
βουρδουλακιάζω
—
αποσιτώ
—
αρχαιολάτρισσα
—
χωματίζω
—
κοιμητήριο
—
καταλεπτώς
—
δολοφόνος
—
αφορμάριστος
—
σφαγιασμός
—
κυκλοφορία
—
φαρμακοληψία
—
απορφανίζω
—
αθυρόστομος
—
τσουρουφλισμένος
—
σόλο
—
σερνικός
—
κοντόθωρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве