|
το дворец #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дворец? — μέλαθρον как с (ново)греческого переводится слово μέλαθρον? — дворец — γυναικιστικα — ιδεάζομαι — επάγω — μερικό — συγκλονιστικός — καλόπιασμα — εννοούμαι — μέρος — κατηχητική — γαλλοτραφής — νοιασμένος — δευτεραγωνίστρια — αρκουδόβατος — διαιτητική — αμμοκονία — παραφυάδα — ηνία — πάρολι — μουφλούζεμα — μπέκρος — αιωρούμαι |
|||