|
февральский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово февральский? — φεβρουαριανός как с (ново)греческого переводится слово φεβρουαριανός? — февральский — οστεώδης — πένης — αντικανονιστικός — γογγώ — μεσόζωα — αμφίγλωσσος — ασκίον — λιναρόσπορος — εξαμηνιαίος — εναργέστερα — αρχοντογιός — αποκοιμάμαι — εισαγωγικά — αυτοενέργεια — σταφυλοκοκκίαση — κοπέλλα — μεσοούρανα — γευστικός — αφροπαράγαδο — καταχειροκροτώ — ευθιξία |
|||