Новогреческий словарь
αρναούτι
αρναούτι
το
арнаутка
(сорт пшеницы)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
арнаутка
? —
αρναούτι
как с
(ново)греческого
переводится слово
αρναούτι
? — арнаутка
#
(ново)греческий словарь
—
σαγανάκι
—
θέρισμα
—
αμπελόκλημα
—
νεοφύτευτος
—
ραφιγράφος
—
κομμουνιστικός
—
δημιουργικά
—
αμφίτομος
—
αμφίσημος
—
ανοικοδομητικός
—
αντειρηνυκός
—
λευκοσίδηρος
—
καταχέζω
—
δεκαπλούς
—
δουλοκτησία
—
πολυγωνικός
—
μαστροπεία
—
τιμωρητέας
—
ιντερμέδιο
—
μανικοκάππι
—
ταγή
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве