Новогреческий словарь
αυτοθεραπεία
αυτοθεραπεία
η мед.
самолечение, аутотерапия
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
самолечение
? —
αυτοθεραπεία
как на
(ново)греческом
будет слово
аутотерапия
? —
αυτοθεραπεία
как с
(ново)греческого
переводится слово
αυτοθεραπεία
? — самолечение, аутотерапия
#
(ново)греческий словарь
—
υδροκεφαλία
—
πλιό
—
υπερκαυκάσιος
—
αχαρακτήριστος
—
προγονικός
—
ανεμούριο
—
μπουρμπουάρ
—
προϋπηρεσία
—
αδιαίρετος
—
ζητήσιμος
—
ενδοκαρδίτιδα
—
τορπιλλοθέτις
—
επισκοτίζω
—
προκαταλαμβάνω
—
σεισμολόγιο
—
ανεξάλειφτος
—
υψίσυχνος
—
ανυπακοή
—
γνωσιμαχώ
—
πέρκη
—
προσορμίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве