Новогреческий словарь
πλυντικός
πλυντικός
стиральный
;
~ή μηχανή — стиральная машина
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
стиральный
? —
πλυντικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
πλυντικός
? — стиральный
#
(ново)греческий словарь
—
ανέκρωτος
—
λεμφαγγειίτιδα
—
κρούσομαι
—
πρωτοείδωτος
—
ανέλατος
—
τηλεπαθητικός
—
κακομεταχείριση
—
στειροχωρίζω
—
θεατρόφιλος
—
λύκαινα
—
ελευθερώτρια
—
αβολεσιά
—
τρίμηνος
—
μισοκατεστραμμένος
—
καταμουσκεύω
—
τοιχόστρωση
—
στουρέκι
—
αυτοτομία
—
αλλοίθωρος
—
αρθροπάθεια
—
άχρονος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве