Новогреческий словарь
βαρίς
βαρίς
(-ίδος) η физ.
бар
(единица давления)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бар
? —
βαρίς
как с
(ново)греческого
переводится слово
βαρίς
? — бар
#
(ново)греческий словарь
—
μυκητίαση
—
εκμυστηρευτικός
—
υδροστατική
—
αμύλωσις
—
χιονοθλασία
—
μηδαμινός
—
μπογαλάκι
—
σωβινιστικός
—
ληστρικός
—
μακαρίζω
—
επιφυσίτις
—
υδρογραφικός
—
πανανθρώπινος
—
μαρκούτσι
—
λασπόνερο
—
συκολός
—
γιδοκοπή
—
σπονδειακός
—
επτάχρωμος
—
αμπελοκαλλιέργεια
—
στένεμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве