Новогреческий словарь
μετενσαρκώνομαι
μετενσαρκώνομαι
перевоплощаться
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
перевоплощаться
? —
μετενσαρκώνομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
μετενσαρκώνομαι
? — перевоплощаться
#
(ново)греческий словарь
—
γαλακτοφάγος
—
υπερασπίστρια
—
φουντούκος
—
κλάδα
—
εξανθρωπισμός
—
κηδεμονεύω
—
στρωμνή
—
δόμινο
—
νικοτινισμός
—
αποτιμητής
—
οινοπωλείον
—
ταμιευτικός
—
χειρόκτιον
—
Δεκέμβριος
—
τριτεξάδελφος
—
λοφάκι
—
χαρχάλα
—
προχειρολόγος
—
ξυστός
—
γόμφωμα
—
ιχθυοκομία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве