|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εγγονάκι? — — ουζομεζές — δομική — αεριοστεγής — χαρτόμουτρο — μαλαθρακισμένος — ανίζησις — συμφοιτώ — ξέβγαλμα — άφτειαστος — βροχόμετρο — αντρόκαρδος — ξαφορμίζω — υποχρέωση — ακρόλοφος — αγεψιά — μαυροφορεμένος — αγγόνα — ημερολόγιο — μεσοκάρπιο — ραιβοσκελία — περίφόβος |
|||