|
(ίδος) η резец #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово резец? — επικοπίς как с (ново)греческого переводится слово επικοπίς? — резец — στεφανιαίος — παβιόνι — φεύγα — ανθρωποσφαγία — οικοσημολογία — πεινώ — οχλαγωγικός — κουράδα — εργιον — ανιστορώ — καπνότοπος — βομβαρδιστικό — τσιρίσι — υποδείχνω — αλετρίζω — σκόπελος — έμπορας — ερωμένος — εποικοδόμηση — ασχημούτσικα — φυλακώνω |
|||