Новогреческий словарь
πολωσιοσκόπιο
πολωσιοσκόπιο
το физ.
полярископ
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
полярископ
? —
πολωσιοσκόπιο
как с
(ново)греческого
переводится слово
πολωσιοσκόπιο
? — полярископ
#
(ново)греческий словарь
—
ταχύς
—
δετηρία
—
νεκρώσιμος
—
αναρρωηκός
—
ανθιστάμενος
—
λεμφοκυτταροπενία
—
πλησίστιος
—
ροδίζω
—
πτίλο
—
καραβίδα
—
ενδύομαι
—
απολυμαντικός
—
ταίριασμα
—
ξαγοράζω
—
χρυσοτρίχης
—
τροποποιώ
—
άβραστος
—
δυναμογράφος
—
αλλοιωμένος
—
υγιώς
—
εξακοντίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве