Новогреческий словарь
γυναικολόι
γυναικολόι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
γυναικολόι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
λέομαι
—
λατόμηση
—
γλαυκίοπις
—
ζαλικώνομαι
—
ασημοχρύσαφα
—
δηγόμαι
—
πλήθεμα
—
φαντασμένος
—
ελαιογραφώ
—
συγκατηγόρημα
—
φυσιατρική
—
τρελογιατρός
—
αιφνιδιάζω
—
κιβωτιοποιείον
—
έλκυσις
—
υδροστόμιο
—
αλλαξοφεγγιά
—
γάζα
—
ναυτόπαις
—
γεροντοπέφτω
—
μαντραβίτσα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве