Новогреческий словарь
πριτσινάρισμα
πριτσινάρισμα
το
клёпка, заклёпка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
клёпка
? —
πριτσινάρισμα
как на
(ново)греческом
будет слово
заклёпка
? —
πριτσινάρισμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
πριτσινάρισμα
? — клёпка, заклёпка
#
(ново)греческий словарь
—
διαλλακτικότητα
—
αμερικανισμός
—
ιστιόπανο
—
ερωτόληπτος
—
ομορφοκορη
—
αγγειοπλάστης
—
ελεγκτέος
—
εξαγγελθείς
—
πνίγομαι
—
πενταόροφος
—
μαθητάκος
—
προβιβάζω
—
απειθαρχία
—
ακακοποίητος
—
ανάγνωσμα
—
στρατηγώ
—
ανθολογικός
—
σακκοβελόνη
—
αποθλίβω
—
γρυμέα
—
ιχνοστοιχείο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве