Новогреческий словарь
απαλλοτριώνομαι
απαλλοτριώνομαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
απαλλοτριώνομαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
τρίκαυλος
—
ένδοσις
—
ανασηκωτός
—
μεταξύλημα
—
καταβίβαση
—
ανεκδίκαστος
—
φυλλοβόλος
—
απονομή
—
πολύστηλος
—
απροειδοποίητος
—
σκευάζω
—
μπλού
—
γυναικολογικός
—
στέγνωμα
—
ορογραφία
—
κύαμος
—
χάρις
—
προΰπαρξη
—
αστραποβροντώ
—
αναλλοίωτο
—
ποκάρι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве