Новогреческий словарь
εγχύσιμος
εγχύσιμος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εγχύσιμος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
υπουργοποιούμαι
—
χρυσαφένιος
—
αχρηστεύω
—
αζήτητα
—
πιρόγα
—
αποζύμωμα
—
ανταιτιώμαι
—
τελματικός
—
αργόβαδος
—
ακοπάνιστος
—
λουλουδιάζω
—
Σαββατοκύριακο
—
φοβητσιάρισσα
—
αζωία
—
εικονικός
—
δυσεπίτευκτος
—
ελαιοχρωματισμός
—
αμερικανικός
—
ακούσια
—
παρλαπίπα
—
αναφτέριασμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве