Новогреческий словарь
λιεργάτης
λιεργάτης
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
λιεργάτης
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ανεπρόκοφτος
—
κοντραμπατζής
—
ωτοκόπτης
—
ηδυνήθην
—
ειρωνευτής
—
επανορθωτός
—
λεαίνω
—
λονδρέζικος
—
ευκολογύριστος
—
σιδερικό
—
αλεπουρά
—
αντευεργετώ
—
αναθαρρεύω
—
πεντακόσια
—
καταπόντιση
—
διάχωση
—
θεολόγος
—
σούφρας
—
ερημιτικός
—
καυτός
—
επίτιμος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве