Новогреческий словарь
πρόποση
πρόποση
η
тост
;
κάνω ~ — провозглашать тост
;
ανταλλάσσω ~όσεις — обмениваться тостами
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
тост
? —
πρόποση
как с
(ново)греческого
переводится слово
πρόποση
? — тост
#
(ново)греческий словарь
—
ξεκαθαρίζω
—
ατρύπωτος
—
επονομάζω
—
λιθοκοπία
—
βεργοστέφανο
—
ηλεκτρομετολλουργία
—
οπλομαχία
—
απούλητος
—
γαϊδουρινός
—
λάφι
—
σπιθόβολος
—
εργοδότισσα
—
μεταγωγικός
—
γαϊδουρόμουτρο
—
επιδείνωση
—
ξεμώραμα
—
νερομουρμούρισμα
—
αναχαράσσω
—
κερασής
—
φοβητσιάρης
—
χαλάστηκα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве