|
голубовато-белый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово голубовато-белый? — ασπρογαλάζιος как с (ново)греческого переводится слово ασπρογαλάζιος? — голубовато-белый — εκμαυλιστικά — οπισθάγκωνα — κυψελιδικός — μούσκλι — κοψομεσιάζομαι — απαγόρευση — γλυκοχαιρετάω — θεάνθρωπος — κρεατοφαγία — ενστάβλιση — φλοιοφάγος — χοχλάκιασμα — εξασθενωτικός — εμψύχωση — ελοθάλασσα — φρενιτιώ — στραβολαίμιασμα — συμβουλάτορας — ημιανάταση — μασονία — αμωλώπιστος |
|||