|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναλογικά? — — ξεδιάλυμα — εξακολουθώ — γοήτευμα — εγκλωβίζω — περίπτυξις — φιστίκι — εργάτης — αστέρευτος — αντίλογος — ωρισμένος — μονοιάζω — ρεγουλάρισμα — ασφαλίσιμος — γατονουρά — δακτυλιοθήκη — αμμοχαλικόστρωτος — πατρικία — προσκύρωση — αθεώρητος — φακιδιάρης — συνδιδασκαλία |
|||