Новогреческий словарь
επανετέθην
επανετέθην
παθ. αόρ. от επαναθέτω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
επανετέθην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
Φερενίκη
—
λάντσα
—
επτάρι
—
επιτάφιος
—
μαρτύρικο
—
ψυχικό
—
επουσιώδης
—
προστυχόφαστα
—
γερμανόφωνος
—
μπιζελιά
—
πλαισίωση
—
μεταφραστικά
—
κελάϊδισμα
—
γνωριστικός
—
αγύρτης
—
οικοδόμος
—
γλυκοκοίμισμα
—
ελαφοπόδαρο
—
εμφιαλώ
—
Φινλανδός
—
κάθειρξη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве